O εξώασκος στα πυρηνόκαρπα

Ο εξώασκος αποτελεί μυκητολογική ασθένεια που προκαλείται από διάφορα είδη του γένους Taphrina και χαρακτηρίζεται από την εμφάνιση έντονης υπερπλασίας και παραμόρφωσης των τρυφερών φύλλων ή άλλων υπέργειων μερών του δέντρου. Αποτέλεσμα της προσβολής είναι η έντονη φυλλόπτωση, η εξασθένιση των δέντρων και η μειωμένη και υποβαθμισμένη παραγωγή. Είναι γνωστή ως ''καρούλιασμα φύλλου'' 
( leaf curl ).

Στη χώρα μας, ο συχνότερος και σοβαρότερος είναι ο εξώασκος της ροδακινιάς και της αμυγδαλιάς. Σπανιότερα παρατηρείται ο εξώασκος της δαμασκηνιάς που προσβάλλει κυρίως τους καρπούς. Επίσης, παρατηρείται, όχι συχνά, ο εξώασκος της βερικοκιάς και ο εξώασκος της κερασιάς.

O εξώασκος στα πυρηνόκαρπα

Συμπτώματα

Στη ροδακινιά, τα συμπτώματα των φύλλων είναι περισσότερο εμφανή νωρίς την άνοιξη, συνήθως μέσα σε ένα μήνα μετά την πλήρη άνθηση. Τα  προσβεβλημένα φύλλα παρουσιάζουν ανώμαλη πάχυνση στο έλασμα του φύλλου ( τοπική ή ολική ) λόγω υπερπλασίας των παρεγχυματικών ιστών, κατσάρωμα και παραμόρφωση. Αρχικά έχουν χρώμα υπέρυθρο ή πορφυρό και αργότερα γίνονται ερυθροκίτρινα . Σε αυτή τη φάση της ασθένειας, ο μύκητας παράγει τις καρποφορίες του ( ασκούς και σπόρια ) στις διογκωμένες περιοχές του ελάσματος του φύλλου οι οποίες εμφανίζουν τεφρή αλευρώδη ή βελούδινη όψη. Τελικά, τα προσβεβλημένα φύλλα γίνονται καστανά, μαραίνονται, ξηραίνονται και πέφτουν, περίπου στο τέλος της άνοιξης ή αρχές καλοκαιριού. Η προσβολή, αναλόγως της σοβαρότητας της ασθένειας, εμφανίζεται σε λίγα μόνο φύλλα των δέντρων ή μπορεί να εκδηλωθεί στα περισσότερα φύλλα. Μετά από την έντονη φυλλόπτωση, το δέντρο σχηματίζει αργότερα νέο και συνήθως υγιές φύλλωμα. Η δημιουργία της νέας βλάστησης οδηγεί σε εξασθένηση των δέντρων και σε σοβαρή καρπόπτωση.

Ακολουθήστε τη fb σελίδα του Αγροτών Ανάγνωσμα ΕΔΩ

Κατσάρωμα  και παραμόρφωση των φύλλων προκαλείται επίσης και από προσβολή αφίδων. Η προσβολή των αφίδων όμως, διαφέρει από τον εξώασκο γιατί το έλασμα του φύλλου δεν παχύνεται και επίσης ανάμεσα στις πτυχώσεις του ελάσματος παρατηρούνται τα έντομα και οι εκδύσεις τους. Ακόμη, αλλά σπανιότερα, προσβάλλονται τα άνθη, οι νεαροί καρποί και οι τρυφεροί βλαστοί. Οι βλαστοί  παρουσιάζουν διογκώσεις, ερυθρό μεταχρωματισμό, βραχεία βλάστηση και χλώρωση. Αντίστοιχα, οι καρποί παρουσιάζουν διογκώσεις τοπικές, κιτρινοπράσινες ή υπέρυθρες και πέφτουν πρόωρα.

Στη δαμασκηνιά, ο εξώασκος προκαλεί χαρακτηριστική παραμόρφωση στους καρπούς. Το σχήμα τους είναι ιδιαίτερα επιμήκες, ανώμαλα πεπλατυσμένο, παρουσιάζουν μέγεθος πολύ μεγαλύτερου του κανονικού και παραμένουν πράσινοι και δεν ωριμάζουν. Η επιφάνεια των καρπών είναι ανώμαλη και καλύπτεται από ένα τεφρό αλευρώδες επίχρισμα  και οι προσβεβλημένοι καρποί καταλήγουν καστανοί, μαραίνονται και πέφτουν.

Στην κερασιά, ο εξώασκος προκαλεί κατσάρωμα και παραμορφώσεις στα φύλλα και συμπτώματα βλαστομανίας ( σκούπα της μάγισσας ). Δεν αποτελεί πρόβλημα για την δενδροκομία μας γιατί μέχρι τώρα δεν έχει διαπιστωθεί η παρουσία του παθογόνου στη χώρα μας.

Τα  προσβεβλημένα φύλλα παρουσιάζουν ανώμαλη πάχυνση στο έλασμα του φύλλου ( τοπική ή ολική ) λόγω υπερπλασίας των παρεγχυματικών ιστών, κατσάρωμα και παραμόρφωση.

Αίτια - Συνθήκες ανάπτυξης

Η μυκητολογική ασθένεια του εξώασκου οφείλεται σε διάφορα είδη ασκομυκήτων ( Taphrinales, Taphrinaceae ) του γένους Taphrina (συν. Exoascus ). O Taphrina deformans προσβάλλει την ροδακινιά, αμυγδαλιά. Αναφέρεται ακόμα ότι προσβάλλει και τη βερικοκιά. Ο Taphrina pruni προσβάλλει τη δαμασκηνιά ενώ ο Taphrina wiesneri ( συν. T. cerasi ) προσβάλλει την κερασιά αλλά αναφέρεται ότι προσβάλλει και τη βερικοκιά. Τέλος, στη χώρα μας, έχει αναφερθεί ο Taphrina armeniacae στη βερικοκιά.

Ο μύκητας διαχειμάζει κυρίως με τα βλαστοσπόρια και σπανιότερα με τα ασκοσπόρια, τα οποία είναι πολύ ανθεκτικά στις δυσμενείς καιρικές συνθήκες, μπορεί να επιβιώσουν περισσότερο από 2 χρόνια και αποτελούν τα μολύσματα της επόμενης άνοιξης. Με υγρό και βροχερό καιρό την άνοιξη τα βλαστοσπόρια μεταφέρονται στις επιφάνειες των εκπτυσσομένων φύλλων ή άλλων τρυφερών οργάνων, βλαστάνουν και τις μολύνουν. Οι μολύνσεις γίνονται κυρίως κατά τη διάρκεια της βραχείας περιόδου μετά την έκπτυξη των οφθαλμών και πιο συγκεκριμένα προ της διαφοροποίησης των ιστών της νέας βλάστησης. Η νέα βλάστηση που σχηματίζεται μετά από έντονη φυλλόπτωση λόγω της προσβολής παραμένει υγιής και δεν μολύνεται, χωρίς όμως να είναι ακριβώς γνωστοί οι λόγοι αυτού του φαινομένου. Έτσι, το παθογόνο έχει συνήθως μια ή σπανιότερα δύο γενιές το έτος.

Η ασθένεια ευνοείται από τις χαμηλές θερμοκρασίες και την υψηλή σχετική υγρασία. Οι χαμηλές θερμοκρασίες θεωρούνται πως επιβραδύνουν την ωρίμανση των ιστών στα φύλλα και έτσι συντελούν στην επιμήκυνση του  χρόνου ευπάθειάς τους. Οι ιστοί των φύλλων μολύνονται από τον μύκητα σε θερμοκρασίες 10 - 20 βαθμούς Κελσίου αλλά με δυσκολία σε θερμοκρασίες μικρότερες των 7 βαθμών Κελσίου.

Καταπολέμηση

Η αντιμετώπιση του εξώασκου της ροδακινιάς και αμυγδαλιάς είναι πολύ εύκολη και βασίζεται στην εκτέλεση ενός μόνο ψεκασμού για την καταστροφή των μολυσμάτων ( βλαστοσπόρια του μύκητα ) κατά τη διάρκεια του ληθάργου των δέντρων. Ο ψεκασμός αυτός μπορεί να γίνει το φθινόπωρο, μετά την πτώση των φύλλων και μέχρι το φούσκωμα των οφθαλμών, με βορδιγάλειο  πολτό ή με οξυχλωριούχο χαλκό ή άλλα χαλκούχα. Άλλα φάρμακα που μπορούν να χρησιμοποιηθούν είναι τα ziram (3)*, captan (1), κλπ. Μετά την είσοδο του παθογόνου στους ιστούς, η καταπολέμηση της ασθένειας δεν είναι δυνατή.

Γίνετε μέλος της fb ομάδας του Αγροτών Ανάγνωσμα ΕΔΩ

Πάντα ανατρέχουμε στη σελίδα του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και συμβουλευόμαστε για τις εγκεκριμένες δραστικές ουσίες

Συνιστάται ακόμα η αφαίρεση και το κάψιμο των προσβεβλημένων βλαστών σε όλη τη διάρκεια της βλαστικής περιόδου. Σε περιπτώσεις σοβαρής εξασθένησης των δέντρων λόγω έντονης προσβολής από τον εξώασκο συνιστάται η ενίσχυση των δέντρων  με εφαρμογή αζωτούχου λίπανσης, μείωση των συνεπειών της ξηρασίας με ανά τακτά χρονικά διαστήματα αρδεύσεις και με αραίωση των καρπών ανάλογα πάντα με το φύλλωμα των φυτών.

Η ποικιλία ροδακινιάς Redheaven και οι παραλλαγές της εμφανίζουν κάποια αντοχή στην ασθένεια και άνοσες ποικιλίες στον εξώασκο, γενικά, δεν έχουν γίνει γνωστές. Όλα τα παραπάνω μέτρα που αναφέρθηκαν εφαρμόζονται και εναντίον του T. pruni ( δαμασκηνιά ). 

* Μέγιστος αριθμός εφαρμογών ανά καλλιεργητική περίοδο

Βιβλιογραφία
Ασθένειες καρποφόρων δένδρων και αμπέλου
Χ.Γ Παναγόπουλος, 
Καθηγητής Φυτοπαθολογίας Γεωργικού Πανεπιστημίου Αθηνών