Πρόκειται για παθήσεις που προσβάλλουν τη μηλιά, αχλαδιά και μουσμουλιά και οι οποίες υπάρχουν σε όλες τις περιοχές του κόσμου που καλλιεργούνται μηλοειδή. Προκαλούν σοβαρότατες ζημιές σε περιοχές με ψυχρό και υγρό καιρό την άνοιξη και το καλοκαίρι.
Η προσβολή των δέντρων ( κυρίως των καρπών και των φύλλων ) επιφέρει μείωση της ποσότητας, ποιότητας και διατηρησιμότητας των παραγόμενων καρπών και περαιτέρω εξασθένιση των δέντρων λόγω της μείωσης της φωτοσυνθετικής τους επιφάνειας. Η ασθένεια του φουζικλαδίου είναι γνωστή και με τα ονόματα εσχάρωση ( scab ), βούλα, μουντζούρα.
![]() |
Το φουζικλάδιο της μηλιάς |
Συμπτώματα
Οι προσβολές εκδηλώνονται σε όλα τα μέρη του άνθους, στους καρπούς, στα φύλλα, στους μίσχους, στους ποδίσκους και σπανιότερα, ιδίως σε μερικές ποικιλίες, στα πράσινα κλαδιά και τους οφθαλμούς. Τα περισσότερα συχνά και χαρακτηριστικά συμπτώματα εμφανίζονται στα φύλλα και τους καρπούς, υπό μορφή κηλίδων, κυκλικών ή ακανόνιστων, που στην αρχή έχουν χρώμα ελαιώδες και μετά γίνονται καστανές μέχρι μαύρες με μια ''βελούδινη'' επιφάνεια. Οι κηλίδες σε εξέλιξη, χάνουν την ''βελούδινη'' εμφάνισή τους, παίρνουν ένα μεταλλικό μαύρο χρώμα και μετατρέπονται σε ξηρές φελλώδεις περιοχές ελαφρά υπερυψωμένες. Συχνά εμφανίζονται πρώτα στην κάτω επιφάνεια των φύλλων και αργότερα και στις δύο επιφάνειες του ελάσματος του φύλλου. Ανάλογα με τη σοβαρότητα της προσβολής σε κάθε φύλλο εμφανίζονται πολυάριθμες ή λίγες κηλίδες που παραμένουν χωρισμένες ή μπορούν να ενωθούν. Τα τρυφερά προσβεβλημένα φύλλα καρουλιάζουν, παραμορφώνονται και συχνά πέφτουν πρόωρα.
Ακολουθήστε τη fb σελίδα του Αγροτών Ανάγνωσμα ΕΔΩ
Ενώ τα φύλλα είναι συνήθως ευπαθή μόνο κατά τη νεαρή τους ηλικία, οι καρποί είναι ευπαθείς σε όλα τα στάδια της ανάπτυξής τους, μέχρι τη συγκομιδή. Πάνω στους καρπούς, το παθογόνο σχηματίζει αρχικά μικρές υπερυψωμένες καστανές ή μαύρες κυκλικές επιφανειακές κηλίδες οι οποίες αργότερα αποκτούν ''βελούδινη'' υφή και εν συνεχεία γίνονται φελλώδεις και μερικές φορές συνοδεύονται από βαθιές ρωγμές. Οι πρώϊμες προσβολές των καρπών προκαλούν σημαντικές ζημιές γιατί οι καρποί μεγαλώνοντας παραμορφώνονται, σχίζονται και συχνά πέφτουν πρόωρα. Αν ο καρπός προσβληθεί αργότερα που έχει αποκτήσει το τελικό του και οριστικό του μέγεθος, οι κηλίδες προκαλούν μικρές επιφανειακές εσχαρώσεις οι οποίες μειώνουν ελάχιστα την εμπορική αξία του προϊόντος.
Τέλος, το παθογόνο μπορεί να προκαλέσει ζημιές και κατά τη διατήρηση των μήλων στην αποθήκη ή στο ψυγείο. Στις πολύ όψιμες προσβολές, οι μολύνσεις γίνονται λίγο πριν ή κατά τη διάρκεια της συγκομιδής και τα συμπτώματα εμφανίζονται κατά την αποθήκευση. Οι κηλίδες σε αυτές τις περιπτώσεις είναι συνήθως κυκλικές με συγκεκριμένα όρια, πολύ μικρές, έχουν διάμετρο μέχρι 0,5 - 0,6 cm, χρώμα καστανό ή μαύρο και συχνά επιφάνεια γυαλιστερή γιατί η εφυμενίδα τους δεν σχίζεται.
Η ασθένεια οφείλεται στον μύκητα Venturia inaequalis.
(Ασκομύκητες, Dothideales, Venturiaceae).
Κατά την παρασιτική φάση, το μυκήλιο του παθογόνου αναπτύσσεται μόνο ανάμεσα στην εφυμενίδα και στην επιδερμίδα, γι ΄ αυτό και οι αρρώστιες αυτές καλούνται εφυμενιδώσεις. Στις θέσεις εγκατάστασής του το μυκήλιο σχηματίζει στρώματα που πάνω τους σχηματίζονται άφθονοι, όρθιοι, καστανοί κονιδιοφόροι. Στην κορυφή των κονιδιοφόρων παράγονται διαδοχικά τα κονίδια του μύκητα.
Το παθογόνο διαχειμάζει στα πεσμένα φύλλα στο έδαφος και μέσα σε αυτά σχηματίζει τα περιθήκια του κατά τη διάρκεια του φθινοπώρου και του χειμώνα. Η ανάπτυξη των περιθηκίων ευνοείται από τις εναλλαγές υγρού και ξηρού καιρού κατά το τέλος του χειμώνα - αρχές άνοιξης. Μαζί με την έκπτυξη των οφθαλμών της μηλιάς αρχίζουν να ωριμάζουν και τα περιθήκια την άνοιξη. Με υγρό και βροχερό καιρό, τα περιθήκια απορροφούν νερό και διογκώνονται και τα ασκοσπόρια εκτοξεύονται σε απόσταση περίπου 5 cm και στη συνέχεια παρασύρονται από τα ρεύματα του αέρα. Τα ασκοσπόρια του μύκητα είναι ξηροσπόρια και μεταφέρονται με τον αέρα και γι ' αυτό μπορούν να μεταδώσουν την αρρώστια σε μεγάλες αποστάσεις ( μερικά χιλιόμετρα μακριά ). Οι μολύνσεις που προκαλούνται από τα ασκοσπόρια λέγονται πρωτογενείς ή αρχικές μολύνσεις.
Η επώαση της ασθένειας διαρκεί περίπου 9 - 17 ημέρες, αναλόγως τη θερμοκρασία και μετά από αυτό το διάστημα εμφανίζονται οι χαρακτηριστικές κηλίδες της προσβολής. Πάνω στις κηλίδες και εφόσον υπάρχει σχετική υψηλή υγρασία σχηματίζονται οι κονιδιοφόροι και τα κονίδια του μύκητα. Η ελευθέρωση και η διασπορά των κονιδίων γίνεται με τη βροχή και επειδή τα κονίδια είναι μυξοσπόρια, μεταφέρονται σε μικρές αποστάσεις. Οι μολύνσεις που προκαλούνται από τα κονίδια του μύκητα λέγονται δευτερογενείς μολύνσεις. Κατά τη διάρκεια της βλαστικής περιόδου, παράγονται πολλές γενιές κονιδίων και έτσι μπορούμε να έχουμε επανειλλημένες μολύνσεις από την άνθηση μέχρι και τη συγκομιδή.
Γίνετε μέλος της fb ομάδας του Αγροτών Ανάγνωσμα ΕΔΩ
Άνοιξη υγρή και βροχερή με μικρή ηλιοφάνεια ευνοεί την ελευθέρωση των ασκοσπορίων του μύκητα και έτσι την διενέργεια σοβαρών μολύνσεων. Επίσης, αν το καλοκαίρι είναι υγρό και βροχερό, τότε οι μολύνσεις συνεχίζονται και είναι δυνατόν να σημειωθούν όψιμες προσβολές των καρπών και ζημιές στα ψυγεία.
Καταπολέμηση
- Ψεκασμοί. Ο αποτελεσματικότερος τρόπος αντιμετώπισης της ασθένειας επιτυγχάνεται με προληπτικούς ή και θεραπευτικούς ( κατασταλτικούς ) ψεκασμούς σύμφωνα με τις υποδείξεις των υπηρεσιών γεωργικών προειδοποιήσεων. Όπου δεν υπάρχουν τέτοιες υπηρεσίες πρέπει να γίνονται προληπτικοί ψεκασμοί σύμφωνα με τα βλαστικά στάδια του δέντρου. Η έγκαιρη κάλυψη όλων των ευπαθών μερών του δέντρου με κατάλληλα μυκητοκτόνα αποτελεί την πιο συνηθισμένη και αποτελεσματική μέθοδος καταπολέμησης του φουζικλαδίου. Αυτό επιτυγχάνεται με την κατά διαστήματα ( συνήθως ανά δεκαήμερο ) εκτέλεση προληπτικών ψεκασμών για την συνεχή κάλυψη φύλλων, ανθέων, καρπών και τρυφερών βλαστών με μυκητοκτόνο με σκοπό την παρεμπόδιση της βλάστησης των ασκοσπορίων και των κονιδίων του μύκητα και την αποφυγή των μολύνσεων. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να προστατεύεται η νεαρή βλάστηση γιατί αν γίνει αυτό τότε οι κίνδυνοι από την αρρώστια αργότερα δεν είναι μεγάλοι, γιατί δεν υφίσταται κίνδυνος από εξωτερικές μολύνσεις, οι καιρικές συνθήκες συνήθως δεν ευνοούν πολύ τις μολύνσεις ( καιρός ξηρότερος ) και ακόμα τα μέρη του δέντρου γίνονται περισσότερο ανθεκτικά στις προσβολές. Οπωσδήποτε απαραίτητοι είναι 3 τουλάχιστον ψεκασμοί στα παρακάτω ακόλουθα στάδια του δέντρου : α ) Της πράσινης κορυφής ( τα μάτια έχουν ανοίξει και το πράσινο μπουμπούκι έχει μήκος 1,5 cm, β ) Της ρόδινης κορυφής ( τα άνθη έχουν χωρίσει μεταξύ τους αλλά δεν άνοιξαν ακόμη ), γ ) Όταν έχουν πέσει περίπου το 75% των πετάλων. Εφόσον ο καιρός είναι βροχερός και υπάρχει κίνδυνος μολύνσεως, οι ψεκασμοί μπορεί να συνεχισθούν. Ακόμη, είναι δυνατόν, να χρειασθούν και ένας ή δύο ψεκασμοί καλύψεως καρπών αν έχουμε βροχερό καλοκαίρι, καθώς και πριν τη συγκομιδή των καρπών για τη πρόληψη ζημιών στο ψυγείο. Πάντα, ανατρέχουμε στην ιστoσελίδα του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και συμβουλευόμαστε τον κατάλογο εγκεκριμένων δραστικών ουσιών κατά καλλιέργεια και ασθένεια για την μετέπειτα αγορά εμπορικού ονόματος φυτοπροστατευτικού μυκητοκτόνου της επιλογής μας.
- Καταστροφή περιθηκίων. Η λήψη μέτρων για την καταστροφή των περιθηκίων έχει σκοπό να μειώσει τα μολύσματα ( ασκοσπόρια ) που προκαλούν τις πρωτογενείς προσβολές της άνοιξης. Δεδομένου όμως ότι τα ασκοσπόρια μεταφέρονται σε μεγάλες αποστάσεις με τον αέρα, το μέτρο αυτό είναι αποτελεσματικό μόνο όταν εφαρμόζεται σε όλα τα δενδροκομεία μιας περιοχής. Η καταστροφή των περιθηκίων μπορεί να γίνει με παράχωμα των φύλλων με όργωμα ή με ψεκασμό των πεσμένων φύλλων με benomyl ή ουρία .
- Καλλιεργητικά μέτρα. Τα μέτρα αυτά αποσκοπούν στη μείωση της υψηλής υγρασίας γύρω από την κόμη των δέντρων και την εξασφάλιση καλού αερισμού ώστε να περιορίζεται στο ελάχιστο η διάρκεια διαβροχής του φυλλώματος. Αυτό επιτυγχάνεται με την αποφυγή φύτευσης δέντρων σε χαμηλά εδάφη, την αραιή φύτευση και με κατάλληλο κλάδεμα των δέντρων.
- Ανθεκτικές ποικιλίες. Υπάρχουν ποικιλίες που είναι σχετικά ανθεκτικές και άλλες που είναι πιο ευαίσθητες στην αρρώστια.
Βιβλιογραφία
Ασθένειες καρποφόρων δένδρων και αμπέλου
Χ.Γ Παναγόπουλος,
Καθηγητής Φυτοπαθολογίας Γεωργικού Πανεπιστημίου Αθηνών