Φαιά σήψη ( Μονίλια )

Ασθένειες μεγάλης οικονομικής σημασίας που προσβάλλουν πολλά καρποφόρα δέντρα και προκαλούν ιδιαίτερα σοβαρές ζημιές στα μηλοειδή (μηλιά, αχλαδιά, κυδωνιά, μουσμουλιά), τα πυρηνόκαρπα (αμυγδαλιά, βερικοκιά, δαμασκηνιά, βυσσινιά, κερασιά, ροδακινιά  κ.λ.π) και διάφορα καλλωπιστικά δέντρα και θάμνους της οικογένειας Rosaceae. H ασθένεια είναι γνωστή στην Ευρώπη από το 1796 με το όνομα brown rot ( αγγλικά ), rot brun ( (γαλλικά) και muffa o marciuma dei frutti (ιταλικά).

H ασθένεια είναι γνωστή στην Ευρώπη από το 1796 με το όνομα brown rot (αγγλικά), rot brun (γαλλικά) και muffa o marciuma dei frutti (ιταλικά)

Γράφει

Κατσαντώνης Γιώργος
Γεωπόνος Φυτικής Παραγωγής & Αγροτικού Περιβάλλοντος
Διαχειριστής Αγροτών Ανάγνωσμα

Συμπτώματα

Το παθογόνο προκαλεί νεκρώσεις και ξηράνσεις στα άνθη και μέσω των ανθέων στους κλάδους, κλαδίσκους και φύλλα και σήψεις στους καρπούς. Τα πρώτα συμπτώματα εμφανίζονται στα άνθη την άνοιξη. Η έναρξη της προσβολής μπορεί να γίνει από οποιοδήποτε μέρος του άνθους (το στίγμα, τους στήμονες, τα πέταλα ή τα σέπαλα). Οι προσβεβλημένοι ιστοί γίνονται καστανοί μέχρι βαθειά καστανοί και ο μεταχρωματισμός επεκτείνεται γρήγορα σε ολόκληρο το άνθος, τον ποδίσκο, την ταξιανθία και τον κλαδίσκο της. Τα άνθη μαραίνονται, συρρικνώνονται και ξηραίνονται. Συνήθως παραμένουν επί των δέντρων για μεγάλο χρονικό διάστημα. Με υγρό καιρό τα προσβεβλημένα φυτικά μέρη καλύπτονται από τις συνήθως τεφροκαστανές εξανθήσεις του μύκητα

Οι κλαδίσκοι που έχουν προσβεβλημένα άνθη ή ταξιανθίες εμφανίζουν μικρά, ελλειπτικά, ελαφριά βυθισμένα έλκη, στην επιφάνειά τους γύρω από τη βάση των προσβεβλημένων ανθέων τα οποία συχνά περιβάλλουν τον κλαδίσκο και προκαλούν την αποξήρανσή του μαζί με τα φύλλα και τα άνθη του τμήματος ( ξηράνσεις κλαδίσκων και κορυφών ).

Η έναρξη της προσβολής μπορεί να γίνει από οποιοδήποτε μέρος του άνθους 

Συχνά παρατηρείται ο μύκητας να επεκταθεί από προσβεβλημένους κλαδίσκους ή ταξιανθίες ή καρπούς, στον φλοιό παλαιότερων κλάδων και να σχηματίσει έλκη. Στα αρχικά στάδια σχηματισμού του έλκους, νεκρώνεται ο φλοιός της προσβεβλημένης θέσης, ο ιστός κάτω από τον φλοιό βυθίζεται και γίνεται καστανός και τελικά δημιουργείται μια ανοιχτή πληγή. Στην περιφέρεια του έλκους σχηματίζεται επουλωτικός ιστός που παρεμποδίζει την παραπέρα επέκταση της προσβολής. Πάνω στα έλκη και στις νεκρές κορυφές εμφανίζεται έκκριση κόμμεος και σε αυτούς τους ιστούς, με υγρό και βροχερό καιρό, το φθινόπωρο, τον χειμώνα και την άνοιξη σχηματίζονται οι καρποφορίες του μύκητα.

Ακολουθήστε τη fb σελίδα του Αγροτών Ανάγνωσμα ΕΔΩ

Η προσβολή των καρπών μπορεί να γίνει καθ ' όλο το διάστημα της ανάπτυξης τους μέχρι και την συγκομιδή. Επίσης, αρκετά συνήθεις είναι και οι μετασυλλεκτικές σήψεις των καρπών που μπορούν να προκαλέσουν σημαντικές απώλειες κατά τη διακίνηση, αποθήκευση και εμπορία τους. Η πρώτη ένδειξη μόλυνσης στον καρπό είναι η ανάπτυξη μιας μικρής, επιφανειακής, κυκλικής, καστανής κηλίδας που στη συνέχεια διευρύνεται. Καθώς η προσβολή μεγαλώνει στην επιφάνεια του καρπού σχηματίζεται ο μύκητας (σποριοδόχειά του) και παίρνουν μια διάταξη σε συγκεντρικούς κύκλους γύρω από το σημείο που άρχισε η προσβολή. Οι προσβεβλημένοι καρποί γίνονται καστανοί, αφυδατώνονται, συρρικνώνονται και ξηραίνονται. Η ξηρή αυτή μορφή της σήψης που αναπτύσσεται στους προσβεβλημένους καρπούς από τις μονίλιες, χαρακτηρίζεται σαν μουμιοποίηση. Οι καρποί - '' μούμιες '', είτε παραμένουν πάνω στο δέντρο μέχρι την επόμενη βλαστική περίοδο, είτε πέφτουν στο έδαφος όπου και εκεί διατηρούνται για μεγάλο χρονικό διάστημα.

Η ξηρή αυτή μορφή της σήψης που αναπτύσσεται στους προσβεβλημένους καρπούς από τις μονίλιες, χαρακτηρίζεται σαν μουμιοποίηση

Χρειάζεται προσοχή γιατί μερικές συμπτωματολογικές εκδηλώσεις των φαιών σήψεων πολλές φορές μοιάζουν με ζημιές που οφείλονται σε άλλα αίτια και γι ' αυτό η διάγνωση της αρρώστιας δεν πρέπει να γίνεται μόνο με την παρατήρηση των συμπτωμάτων αλλά να επιβεβαιώνεται τουλάχιστον και με την μικροσκοπική εξέταση. Αποξηράνσεις των ανθέων μοιάζουν αρκετά με ζημιές από ανοιξιάτικους παγετούς. Επίσης, παρόμοια συμπτώματα στην αχλαδιά είναι δυνατόν να οφείλονται στο Pseudomonas syringae. Έλκη σε κλάδους πυρηνοκάρπων προκαλούνται από βακτήρια του γένους Pseudomonas. Τέλος, έλκη σε κλάδους αμυγδαλιάς μπορεί να οφείλονται στο Pseudomonas amygdali. Όμως τα έλκη αυτής της βακτηρίωσης αναπτύσσονται συνήθως γύρω από ουλές των φύλλων, έχουν ανώμαλα και διογκωμένα χείλη και είναι ενεργά για πολλά χρόνια.

Αίτιο - Συνθήκες ανάπτυξης

Οι φαιές σήψεις οφείλονται σε ασκομύκητες  ( Leotiales, Sclerotiniaceae ) του γένους Monilinia (συν. Sclerotinia). Είναι γνωστά 3 είδη παθογόνων. Στην Β. Αμερική και Αυστραλία η ασθένεια προκαλείται από τον Monilinia fructicola, υπεύθυνος για την προσβολή των πυρηνοκάρπων. Στην Β. Αμερική προσβολές προκαλεί επίσης και ο Μ. laxa.
Στην Ευρώπη οι ασθένειες οφείλονται σε δύο είδη, τον Μ. fructigena που προσβάλλει τους καρπούς των δέντρων και τον Monilinia laxa που προσβάλλει τα άνθη, κλαδίσκους, φύλλα και καρπούς. Στον Ελλαδικό χώρο, η φαιά σήψη των μηλοειδών και πυρηνοκάρπων οφείλεται στον Monilinia laxa.

Η ελευθέρωση και διασπορά των κονιδίων γίνεται με τον αέρα σε μακρυνές αποστάσεις ή με την βροχή σε μικρές αποστάσεις μέσα στο δενδροκομείο 

Οι θέσεις διαχείμασης του μύκητα
που αποτελούν και τις εστίες της ασθένειας για τις πρωτογενείς μολύνσεις την άνοιξη, είναι οι αποξηραμένοι κλαδίσκοι με τα άνθη τους και φύλλα τους, τα έλκη και οι μουμιοποιημένοι καρποί. Στις εστίες μόλυνσης αυτές σχηματίζονται τον χειμώνα και μέχρι τέλος Μαΐου οι καρποφορίες του παθογόνου  (σποριοδόχεια και κονίδια). Ο μεγαλύτερος αριθμός μολυσμάτων σχηματίζεται κατά την εποχή άνθησης των δέντρων. Τα κονίδια του μύκητα παράγονται σε πολύ μεγάλους αριθμούς και αποτελούν το κυρίως μόλυσμα της ασθένειας καθώς υπολογίζεται πως από  ένα μουμιοποιημένο καρπό παράγονται 4 επί 10 στην έκτη σπόρια.

Η ελευθέρωση και διασπορά των κονιδίων γίνεται με τον αέρα σε μακρυνές αποστάσεις ή με την βροχή σε μικρές αποστάσεις μέσα στο δενδροκομείο (στο ίδιο ή στα γύρω δέντρα). Η μεταφορά των κονιδίων μπορεί να γίνει και με τα έντομα. Όταν βρεθούν τα κονίδια μέσα σε ευπαθή υγρά όργανα, βλαστάνουν και προκαλούν μόλυνση μέσα σε λίγες ώρες. Η είσοδος του παθογόνου στον ξενιστή γίνεται από τα άνθη και τους καρπούς και πολύ σπάνια γίνεται από τα φύλλα.

Βροχερός, υγρός και νεφοσκεπής καιρός είναι ευνοϊκός για την ανάπτυξη της ασθένειας γιατί είναι απαραίτητος για την ελευθέρωση και διασπορά των μολυσμάτων αλλά και για την πραγματοποίηση των μολυσμάτων. Οι μολύνσεις πραγματοποιούνται σε θερμοκρασίες που κυμαίνονται από 5 βαθμούς Κελσίου έως 27 βαθμούς Κελσίου και επομένως η θερμοκρασία δεν είναι ο σπουδαιότερος περιοριστικός παράγοντας για την ανάπτυξη της ασθένειας. Εν τούτοις, οι χαμηλές θερμοκρασίες συμβάλλουν σημαντικά στην ανάπτυξη της ασθένειας γιατί επιμηκύνουν την διάρκεια της άνθησης και επομένως το χρονικό διάστημα που είναι τα δέντρα ευπαθή στις μολύνσεις.

Γίνετε μέλος της fb ομάδας του Αγροτών Ανάγνωσμα ΕΔΩ

Τα σπόρια του παθογόνου βλαστάνουν και μολύνουν τα άνθη μόνο όταν η σχετική υγρασία είναι 90% ή υψηλότερη και για χρονικές περιόδους και θερμοκρασίες που αναφέρονται στην συνέχεια. Επί 2 ώρες λοιπόν, σε θερμοκρασία 25 - 25,5 βαθμών Κελσίου, 3 ώρες σε θερμοκρασία 21 βαθμών Κελσίου, 4 ώρες σε θερμοκρασία 15,5 βαθμών Κελσίου, 6 - 7 ώρες σε θερμοκρασία 7,2 βαθμών Κελσίου και 11 - 12 ώρες σε θερμοκρασία 5 βαθμών Κελσίου.

Η ευπάθεια των καρπών αυξάνεται όσο πλησιάζουν στην ωριμότητα και γι ' αυτό προβλήματα μόλυνσης των καρπών δημιουργούνται εφ ' όσον υπάρχουν οι κατάλληλες συνθήκες για μόλυνση (μολύσματα, υγρός καιρός, παράγοντες τραυματισμού), λίγο πριν της συγκομιδής ή και μετασυλλεκτικά.

Φαιά σήψη ( Μονίλια )

Καταπολέμηση

α ) Η καταστροφή των εστιών διαχείμασης του μύκητα αποτελεί ένα σημαντικό μέτρο για την καταπολέμηση της ασθένειας γιατί έτσι περιορίζουμε στο ελάχιστο τα μολύσματα για τις πρωτογενείς προσβολές της άνοιξης και αυξάνουμε την αποτελεσματικότητα των προστατευτικών ψεκασμών. Πρέπει λοιπόν να κλαδεύονται και να καταστρέφονται με φωτιά όλοι οι προσβεβλημένοι κλαδίσκοι και κλάδοι των δέντρων και η εργασία αυτή πρέπει να γίνεται πριν πέσουν τα φύλλα (καλύτερα το καλοκαίρι με ξηρό καιρό), οπότε έτσι τα ξηρά κλαδιά διακρίνονται καλύτερα.

β ) Συνιστώνται 3 ψεκασμοί ως εξής :
  1. Κατά την έκπτυξη των οφθαλμών 
  2. Την λευκή ή ρόδινη κορυφή 
  3. Την πλήρη άνθηση
Επιπλέον, ψεκασμοί μπορεί να χρειαστούν σε περίπτωση βροχερού και ψυχρού καιρού. Xρησιμοποιούνται χαλκούχα μυκητοκτόνα τα οποία και πρέπει να χρησιμοποιούνται μόνο στους δύο πρώτους ψεκασμούς και στην ροδακινιά δεν πρέπει να εφαρμόζονται χαλκούχα.
 
Για την επιλογή του κατάλληλου Φυτοπροστατευτικού Προϊόντος, πάντα επισκεπτόμαστε την ιστοσελίδα του Υπ.Α.ΑΤ επιλέγοντας καλλιέργεια και το αντίστοιχο παθογόνο, παράδειγμα (ΠΥΡΗΝΟΚΑΡΠΑ / ΒΕΡΙΚΟΚΙΑ) και παθογόνο (Monilinia fructicola, Monilinia fructigena, Monilinia laxa, Monilinia spp.)

γ ) Για την προστασία των καρπών από προ και μετασυλλεκτικές σήψεις εφόσον υφίστανται ιδιαίτερα ευνοϊκές συνθήκες, συνιστάται ένας ψεκασμός πριν της συγκομιδής ή και εμβάπτιση των καρπών αμέσως μετά τη συγκομιδή. Ακόμα επιβάλλεται η αποφυγή τραυματισμού των καρπών κατά τη συλλογή και συσκευασία και η προστασία των καρπών από πληγές ( καταπολέμηση εντόμων κ.λ.π ). Διατήρηση των καρπών στο ψυγείο σε ενδεδειγμένη για το είδος τους θερμοκρασία. 
Σε πειράματα βιολογικής καταπολέμησης των μετασυλλεκτικών σήψεων των πυρηνοκάρπων που οφείλονται σε μύκητες του γένους Monilia ελήφθησαν ενθαρρυντικά αποτελέσματα με την χρησιμοποίηση αιωρήματος του βακτηρίου Bacillus subtilis. Επίσης, ενθαρρυντικά αποτελέσματα ελήφθησαν με τη χρησιμοποίηση του Penicillium frequentans εναντίον του παθογόνου στη ροδακινιά.

Βιβλιογραφία
Ασθένειες καρποφόρων δένδρων και αμπέλου
Χ.Γ Παναγόπουλος, 
Καθηγητής Φυτοπαθολογίας Γεωργικού Πανεπιστημίου Αθηνών