Κυκλοκόνιο στην ελαιοκαλλιέργεια

Το κυκλοκόνιο που είναι γνωστό και σαν μαύρισμα ή μουτζούρωμα ή κηλίδωση των φύλλων της ελιάς, ή '' μάτια παγωνιού '' ( αγγλικά. peacock spot ή leaf spot ή olive scab, ιταλικά. occhio di pavone ) αποτελεί ευρύτατα διαδεδομένη ασθένεια σε όλες τις ελαιοπαραγωγικές περιοχές των χωρών της Μεσογείου, στις Η.Π.Α και τη Νότιο Αφρική. Στη Γαλλία είναι γνωστή από το 1845. Προκαλεί μεγάλη εξασθένιση στα δέντρα και μείωση της παραγωγής τους μέχρι πλήρους ακαρπίας. Η μείωση της παραγωγής οφείλεται στην μικρή ανθοφορία, την πτώση των ανθέων και ταξιανθιών και την πρόωρη καρπόπτωση. Σε ορισμένες κυρίως πολύ υγρές περιοχές, προκαλεί χαρακτηριστική ζημιά που μπορεί να φτάσει μέχρι εκμηδένισης της παραγωγής.

Κυκλοκόνιο στην ελαιοκαλλιέργεια

Συμπτώματα
Προσβάλλει τα φύλλα, τους μίσχους των φύλλων, τους ποδίσκους των ανθέων, ταξιανθιών και καρπών και σπανιότερα τους καρπούς και τους τρυφερούς βλαστούς. Πάντως περισσότερο συχνά και εμφανή συμπτώματα εκδηλώνονται στα φύλλα στα οποία και προκαλούνται οι μεγαλύτερες ζημιές. Η εκδήλωση της ασθένειας στα φύλλα παρουσιάζεται με το σχηματισμό κηλίδων χρώματος τεφροκαστανού με ασαφή όρια και με καπνώδη εμφάνιση. Στη συνέχεια οι κηλίδες γίνονται κυκλικές με διάμετρο 2 - 12 mm, αποκτούν μια περιφερειακή ζώνη καστανόμαυρη και συχνά περιβάλλονται από μια χλωρωτική ζώνη. Περισσότερο εμφανείς και εξελίσσιμες γρήγορα είναι την άνοιξη και νωρίς το καλοκαίρι. Κατά τις περιόδους αυτές, τα εντόνως προσβεβλημένα φύλλα πέφτουν και το δέντρο είναι δυνατόν να απογυμνωθεί τελείως και πολλοί κλαδίσκοι ξηραίνονται. Ο μεγαλύτερος αριθμός κηλίδων εμφανίζεται στα παλαιότερα φύλλα και στα κατώτερα μέρη του δέντρου. 

Στους μίσχους των φύλλων και τους ποδίσκους των ανθέων, ταξιανθιών και καρπών, οι κηλίδες είναι επιμήκεις και τεφροκαστανές με αποτέλεσμα την ανθόπτωση, συρρίκνωση και πτώση των καρπών.

οφείλεται στο μύκητα Spilocaea oleagina, συνCycloconium oleaginum ( HyphomycetesΑδηλομύκητες )

Αίτιο - Συνθήκες ανάπτυξης
Η ασθένεια οφείλεται στο μύκητα Spilocaea oleagina, συν. Cycloconium oleaginum ( Hyphomycetes, Αδηλομύκητες ).

Η διασπορά των κονιδίων του μύκητα, σε μικρές πάντοτε αποστάσεις, γίνεται με τα σταγονίδια της βροχής ή δρόσου και είναι περισσότερο αποτελεσματική όταν συνοδεύεται με άνεμο. Για την πραγματοποίηση των μολύνσεων είναι απαραίτητη η βροχή ή η πολύ υψηλή υγρασία ( διαβροχή φυλλώματος λόγω δρόσου ή ομίχλης ) και σχετικά χαμηλές θερμοκρασίες ( 6 - 12 βαθμούς Κελσίου ). Κατά συνέπεια, οι μολύνσεις γίνονται κατά το φθινόπωρο, το χειμώνα ( εφόσον είναι ήπιος με θερμοκρασία περιβάλλοντος τουλάχιστον 3 - 5 βαθμούς Κελσίου ) και την άνοιξη εφόσον επικρατεί βροχερός και υγρός καιρός. Κατά την ξηρή και πολύ θερμή περίοδο του καλοκαιριού η δράση του μύκητα αναστέλλεται. Ο μύκητας επιβιώνει κυρίως επί των προσβεβλημένων φύλλων που παραμένουν στο δέντρο. 
Έχει παρατηρηθεί όμως, ότι μολύνσεις λαμβάνουν χώρα καθ ' όλη τη διάρκεια του έτους ( ακόμα και το καλοκαίρι όταν υπάρχουν βροχοπτώσεις και σχετική πτώση της θερμοκρασίας ) με μεγαλύτερη ένταση φυσικά το φθινόπωρο. Επίσης, οι μολύνσεις της άνοιξης αποτελούν βασικής σημασίας γιατί από αυτές προέρχεται το μόλυσμα για τις περαιτέρω μολύνσεις του φθινοπώρου.

Η ένταση της ασθένειας σε μια περιοχή επηρεάζεται όχι μόνο από το ύψος και τις ημέρες της βροχής, αλλά και από την πολύ υψηλή πρωϊνή υγρασία της άνοιξης και του καλοκαιριού, σε συνδυασμό πάντα με την ύπαρξη μολύσματος. Ο χρόνος επώασης της ασθένειας κυμαίνεται, φυσικά αναλόγως της εποχής, μεταξύ 2 - 3 εβδομάδων και 2 - 3 μηνών. Οι ανοιξιάτικες μολύνσεις έχουν το μεγαλύτερο χρόνο επώασης και οι φθινοπωρινές το μικρότερο.

Η διάγνωση της προσβολής των φύλλων στα οποία και δεν έχουν ακόμα εμφανισθεί συμπτώματα, μπορεί να γίνει με εμβάπτιση σε διάλυμα 5% υδροξείδιο του νατρίου ( NaOH ), θερμοκρασίας 50 - 60 βαθμών Κελσίου. Σε περίπτωση μόλυνσης εμφανίζονται κυκλικές κηλίδες στα φύλλα
Οι ποικιλίες Λιανολία Κέρκυρας, Αμφίσσης και Χονδρολιά Αγρινίου θεωρούνται ιδιαίτερα ευαίσθητες την ασθένεια ενώ φαίνεται ότι η ποικιλία Κορωνέϊκη παρουσιάζει σχετική αντοχή.

Η διάγνωση της προσβολής των φύλλων στα οποία και δεν έχουν ακόμα εμφανισθεί συμπτώματα, μπορεί να γίνει με εμβάπτιση σε διάλυμα 5% υδροξείδιο του νατρίου ( NaOH ), θερμοκρασίας 50 - 60 βαθμών Κελσίου. Σε περίπτωση μόλυνσης εμφανίζονται κυκλικές κηλίδες στα φύλλα

Καταπολέμηση
Βασίζεται στην εκτέλεση προληπτικών ψεκασμών των ελαιόδεντρων με κατάλληλα μυκητοκτόνα. Συνίσταται η χρήση χαλκούχων σκευασμάτων έναντι άλλων οργανικών μυκητοκτόνων,  με την χρήση βορδιγάλειου πολτού.
Συνήθως διενεργούνται 2 ψεκασμοί με βορδιγάλειο πολτό 1%. Ο πρώτος πρέπει να γίνεται στις αρχές του φθινοπώρου πριν την έναρξη των βροχών και ο δεύτερος στις αρχές της άνοιξης. Σε περιοχές του Ελλαδικού χώρου που επικρατούν περισσότερο ευνοϊκές συνθήκες για μολύνσεις ( πολύ υψηλή πρωϊνή υγρασία την άνοιξη και το καλοκαίρι ) απαιτείται να διενεργούνται 3 ή 4 ψεκασμοί το χρόνο ( ένας ή δύο την άνοιξη και δύο το φθινόπωρο ) σε διάστημα μεταξύ των δύο ψεκασμών κάθε εποχής, ενάμιση μήνα.


Βιβλιογραφία
Ασθένειες καρποφόρων δένδρων και αμπέλου
Χ.Γ Παναγόπουλος, 
Καθηγητής Φυτοπαθολογίας Γεωργικού Πανεπιστημίου Αθηνών 


Για ανάγνωση αρθρογραφίας του Αγροτών Ανάγνωσμα blog