Ψεκασμός και ψεκαστικό υγρό

Τα χημικά μέσα καταπολέμησης μπορούμε να τα χρησιμοποιήσουμε είτε στο χωράφι επί των φυτών, είτε στο έδαφος πριν ή μετά την σπορά ή την  φύτευση, είτε στα συγκομιζόμενα προϊόντα. Υπάρχουν μυκητοκτόνα ειδικά για συγκεκριμένες χρήσεις (μυκητοκτόνα εδάφους) και άλλα γενικής χρήσης. 

Σε αυτό το άρθρο θα μελετηθεί γενικά η διαδικασία του ψεκασμού και η διάκριση που συναντάμε σε αυτόν με βάση την ποσότητα του ψεκαστικού υγρού που χρησιμοποιούμε και τον τρόπο μεταφοράς του ψεκαστικού διαλύματος από το δοχείο του ψεκαστήρα στο φύλλωμα των φυτών.

Ψεκασμός και ψεκαστικό υγρό

Όταν θέλουμε να προστατεύσουμε ολόκληρη τη φυτεία, προσθέτουμε το φάρμακο σε όσο μπορεί μεγαλύτερο μέρος της επιφάνειάς της, είτε ψεκάζοντας με διάλυμα του σκευάσματος σε νερό, είτε σκονίζοντας με το φάρμακο συνήθως αραιωμένο με κατάλληλο αδρανές υλικό (επιπάσεις). Υπάρχουν όμως και περιπτώσεις, που η επίπαση γίνεται με μόνο το ενεργό συστατικό (π.χ θείο). 

Οι επιπάσεις χρησιμοποιούνται λιγότερο από τους ψεκασμούς, είναι λιγότερο αποτελεσματικές, αλλά έχουν και σημαντικά πλεονεκτήματα, π.χ δεν χρειάζεται μεταφορά νερού και τα μηχανήματα είναι λιγότερο πολύπλοκα από ότι στην περίπτωση των ψεκασμών. Πρέπει να γίνονται με σχετική άπνοια και όταν η επιφάνεια των φυτών είναι κάπως υγρή. Σημαντικό μειονέκτημα των επιπάσεων αποτελεί η συνήθως εύκολη απομάκρυνση του φαρμάκου με την βροχή.

Για να χρησιμοποιηθεί για ψεκασμούς ένα σκεύασμα, διατίθεται είτε σαν βρέξιμη σκόνη  (wettable powder),  με περιεκτικότητα δραστικής ουσίας συνήθως 25 – 75 %, είτε σαν γαλάκτωμα (emulsionδηλαδή διαλυμένο σε διαλύτη, που δεν είναι αναμείξιμος με το νερό. Και στις δύο περιπτώσεις συνήθως μαζί με το μυκητοκτόνο, το σκεύασμα περιέχει και ουσίες, που βελτιώνουν τις ιδιότητες του ψεκαστικού υγρού π.χ. αυξάνοντας την επιφανειακή τάση, ώστε το φάρμακο να κατανέμεται καλύτερα και να διευκολύνεται η επαφή μεταξύ ψεκαστικού υγρού και φυτικής επιφάνειας, οπότε δεν σχηματίζονται μεγάλες σταγόνες ή αυξάνοντας την προσκολλητικότητα του φαρμάκου, ώστε να είναι δυσκολότερη η έκπλυση από την βροχή. Στις περισσότερες περιπτώσεις σήμερα, οι ουσίες αυτές (επιφανειοδραστικά, προσκολλητικά κ.λ.π) προστίθενται στο σκεύασμα από τον παρασκευαστή.

Η επιλογή του μυκητοκτόνου, η ποσότητα ανά μονάδα επιφάνειας, η συχνότητα των ψεκασμών ή επιπάσεων καθορίζονται μετά από πειραματισμούς, που πολλές φορές είναι μακροχρόνιοι και επίπονοι. Το πρόγραμμα των ψεκασμών πρέπει να βασίζεται στη πείρα ή σε σύστημα αγροτικών προειδοποιήσεων ή και στα δύο. Συνήθως επιδιώκουμε ύπαρξη προστατευτικού φαρμάκου στην επιφάνεια των φυτικών οργάνων πριν φτάσουν τα πρώτα μολύσματα ή πριν οι συνθήκες γίνουν ευνοϊκές για τις πρώτες μολύνσεις. Αυτό όμως δεν είναι εύκολο ή δεν είναι οικονομικό σε όλες τις περιπτώσεις. Μπορεί ένας ψεκασμός να αποδειχθεί τελείως περιττός, αν δεν ακολουθήσουν συνθήκες που ευνοούν τις μολύνσεις.

Από άποψη ποσότητας ψεκαστικού υγρού οι ψεκασμοί διακρίνονται σε:
  1. Ψεκασμός μεγάλου όγκου, όπου προστίθεται περίσσεια υγρού (100 λίτρα το στρέμμα ή και περισσότερο στις δενδρώδεις καλλιέργειες), ώστε το φύλλωμα «να στάζει». Σε αυτή την περίπτωση που είναι και η πιο συνηθισμένη, επιδιώκουμε κάλυψη όλης της επιφάνειας και η κατανομή του φαρμάκου εμφανίζει συγκέντρωση στις άκρες των φύλλων.
  2. Ψεκασμός μέσου όγκου, με μέτρια ποσότητα υγρού (50 - 100 λίτρα το στρέμμα). Σε αυτή τη περίπτωση μερικά από τα σταγονίδια μπορεί να ενώνονται, ώστε η κάλυψη να είναι αλλού συνεχής και άλλου ασυνεχής, αλλά οπωσδήποτε το φύλλωμα «δεν στάζει».
  3. Ψεκασμός μικρού όγκου, όπου χρησιμοποιούμε μικρή ποσότητα υγρού,  (5 - 50 λίτρα το στρέμμα), το σκεύασμα είναι σε μεγαλύτερη συνήθως συγκέντρωση και όταν το φύλλωμα στεγνώσει, έχουμε μικρές χωριστές κηλίδες με φάρμακο, χωρίς να είναι συνεχής η κάλυψη των φυτικών οργάνων. Για αυτούς τους ψεκασμούς πολλές φορές δεν χρησιμοποιούν για αραίωση νερό, αλλά ένα κατάλληλο μη φυτοτοξικό λάδι.
Η μεταφορά του ψεκαστικού διαλύματος από το δοχείο του ψεκαστήρα στο φύλλωμα των φυτών γίνεται με διάφορους τρόπους, όπου σύμφωνα με τους οποίους, κατηγοριοποιούμε και χαρακτηρίζουμε τους ψεκασμούς σε :
  1. Υδραυλικής πίεσης
  2. Με πεπιεσμένο αέρα
  3. Με ρεύμα αέρα
Στους ψεκασμούς μεγάλου όγκου, η ενέργεια που απαιτείται για την εκτόξευση των σταγονιδίων προέρχεται από υδραυλική πίεση. Χρησιμοποιούνται είτε χειροκίνητοι , είτε μηχανοκίνητοι υδραυλικοί ψεκαστήρες. Εκεί όπου δεν διατίθενται μεγάλες ποσότητες νερού, χρησιμοποιούνται ψεκαστήρες με ρεύμα αέρα και μικρή ποσότητα νερού, δηλαδή ψεκασμούς μικρού όγκου. Αυτό απαιτεί άλλου τύπου ψεκαστήρες (atomizers). Έτσι επιτυγχάνεται μεγάλος αριθμός  σταγονιδίων από μικρή ποσότητα υγρού και κατανομή σε μεγάλη επιφάνεια. Η μέση περίπου διάμετρος των σταγονιδίων στους ψεκασμούς μεγάλου όγκου είναι περισσότερο από 200 μm, τα σταγονίδια όμως αυτά περιέχουν πολύ μεγαλύτερη ποσότητα φαρμάκου από αυτή που απαιτείται για τη θανάτωση ή την παρεμπόδιση του παθογόνου. 

η διαδικασία του ψεκασμού και η διάκριση που συναντάμε σε αυτόν με βάση την ποσότητα του ψεκαστικού υγρού που χρησιμοποιούμε και τον τρόπο μεταφοράς του ψεκαστικού διαλύματος από το δοχείο του ψεκαστήρα στο φύλλωμα των φυτών

Με την μείωση του μεγέθους του σταγονιδίου στα 40 μm, έχουμε πάλι ικανή ποσότητα δραστικής ουσίας και αυξάνουμε πολύ τον αριθμό των σταγονιδίων. Με τον τρόπο αυτό είναι δυνατή η μείωση της ποσότητας του υγρού στο 0,5 lt το στρέμμα ή και λιγότερο (ψεκασμοί υπερμικρού όγκου - ultra low volume ή ULV) , όμως τα λεπτότατα αυτά σταγονίδια δεν έχουν αρκετό βάρος και παρασύρονται εύκολα από τον άνεμο. 

Έτσι, μια δυνατή λύση αυτού του προβλήματος που οφείλεται στο μικρό βάρος των σταγονιδίων μπορεί να επιτευχθεί με φόρτιση των σταγονιδίων με θετικό ηλεκτρικό φορτίο έτσι ώστε να δημιουργείται μια έλξη μεταξύ αυτών και της φυτικής επιφάνειας που είναι φορτισμένη αρνητικά. Αυτό γίνεται με το ηλεκτροδυναμικό μπέκ (electrodyn). Το υγρό περνάει μέσα από ένα ισχυρό ηλεκτρικό πεδίο (25000 V), το οποίο δημιουργεί φορτισμένα σταγονίδια. Σχηματίζεται έτσι ένα ηλεκτρικό πεδίο μεταξύ του μπέκ και της ψεκαζόμενης επιφάνειας και τα φορτισμένα σταγονίδια ακολουθούν τις δυναμικές γραμμές του και κατευθύνονται προς την επιφάνεια του φυτού με δύναμη μεγαλύτερη της βαρύτητας. Ο ψεκαστήρας αυτός δεν διαθέτει κινητά μέρη, χρησιμοποιεί πολύ λίγη ενέργεια και μπορεί να λειτουργήσει για 60 ώρες με 4 μπαταρίες των 1,5 V. Παρόλο όμως ότι οι ψεκασμοί ULV μπορούν να λύσουν πολλά προβλήματα του περιβάλλοντος, δεν έχουν περάσει ακόμα στην γεωργική πράξη σε σημαντικό βαθμό.


Βιβλιογραφία
Αρχές και μέθοδοι καταπολέμησης των ασθενειών των φυτών
( Σ.Γ Γεωργόπουλος - Β.Ν Ζιώγας )
Διδακτέα ύλη μαθήματος εξαμήνου τμήματος Γεωπονίας Φυτικής Παραγωγής και Αγροτικού Περιβάλλοντος