Η καλλιέργεια του σιταριού

Προετοιμασία εδάφους
Το έδαφος κατά τη σπορά των σιτηρών πρέπει να μην είναι κονιορτοποιημένο, αλλά βωλώδες. Έτσι εξασφαλίζεται προστασία των φυταρίων με συσσωματώματα εδάφους από τους ψυχρούς ανέμους και αποφεύγεται η δημιουργία κρούστας. Τα σιτηρά των εύκρατων κλιμάτων σπέρνονται το φθινόπωρο ή την άνοιξη. Το φθινόπωρο σπέρνονται ποικιλίες που χαρακτηρίζονται ως χειμωνιάτικες. Σε περιοχές με ήπιο χειμώνα είναι επίσης δυνατό να σπέρνονται και ανοιξιάτικες ποικιλίες που χαρακτηρίζονται από χαμηλές ανάγκες σε εαρινοποίηση και περιορισμένη αντοχή στις χαμηλές θερμοκρασίες. Η σπορά γίνεται χύδην ή γραμμικά. 
Εάν προηγείται φθινοπωρινό φυτό
Μετά τη συγκομιδή (αρχές καλοκαιριού) τα υπολείμματα παραμένουν στον αγρό και δεν πρέπει να γίνεται καλλιέργεια. Αναστροφή μετρίου βάθους γίνεται μόνο όταν υπάρχουν πολυετή ζιζάνια, αμέσως μετά τη συγκομιδή εάν είναι δυνατόν. Φθινόπωρο: Εάν δεν έχει καλλιεργηθεί ο αγρός το καλοκαίρι συνιστάται μέτρια αναστροφή του εδάφους (στο ρώγο του) με υνιοφόρο ή δισκάροτρο για ενσωμάτωση των υπολειμμάτων της προηγούμενης καλλιέργειας και καταστροφή των ζιζανίων. Ακολουθεί δισκοσβάρνισμα ή καλλιεργητής οπότε μπορεί να ενσωματώνεται και το βασικό λίπασμα και μετά τη σπορά.
Εάν προηγείται ανοιξιάτικο φυτό ή επίσπορη καλλιέργεια
Στην περίπτωση αυτή η συγκομιδή γίνεται από Σεπτέμβριο μέχρι Νοέμβριο και ο χρόνος είναι πολύ περιορισμένος για σπορά στην ίδια περίοδο. Αμέσως μετά τη συγκομιδή ακολουθεί τεμαχισμός των φυτικών υπολειμμάτων με στελεχοκόπτη και ενσωμάτωση με αναστροφή. Εάν δεν υπάρχει στελεχοκόπτης, το δισκάροτρο τον υποκαθιστά μερικώς και κάνει ταυτόχρονα και αναστροφή. Θα ακολουθήσει σβάρνισμα ή καλλιεργητής οπότε θα ενσωματωθεί και το λίπασμα και αμέσως θα γίνει η σπορά.
Εάν προηγείται αγρανάπαυση
Παλαιότερα σε καλλιεργούμενες αγραναπαύσεις γίνονταν τρία οργώματα: ένα την άνοιξη, ένα στις αρχές καλοκαιριού και ένα το φθινόπωρο. Αποσκοπούσαν κυρίως στην καταστροφή των ζιζανίων, αλλά το τελευταίο και στην προετοιμασία του εδάφους για σπορά. Χρησιμοποιούνταν συνήθως υνιοφόρα άροτρα αλλά σήμερα αυτά μπορεί να υποκατασταθούν από καλλιεργητές.
Σήμερα συνιστάται ζιζανιοκτονία επαφής μόλις αναπτύσσεται ο ζιζανιοτάπητας και προαιρετικά 1-2 καλλιέργειες κατά το φθινόπωρο-χειμώνα για αποθήκευση νερού μόνο σε επίπεδα εδάφη. Σε επικλινή συνιστάται μόνο ζιζανιοκτονία με ζιζανιοκτόνα επαφής.
Η καλλιέργεια του σιταριού

Σπορά
Ο καθαρισμός και η απολύμανση του σπόρου του σιταριού αποτελούν τα πρώτα στάδια της καλλιεργητικής φροντίδας του φυτού. Η απολύμανση αποσκοπεί στον έλεγχο ορισμένων ασθενειών που μεταφέρονται με το σπόρο (κυρίως του δαυλίτη), αλλά και στην προστασία του σπόρου και των αρτιβλάστων υπό προσβολές μυκήτων εδάφους. Η βλαστικότητα του δείγματος του σπόρου που θα εξασφαλίσει μια ικανοποιητική ανάδυση και ομοιόμορφη φυτεία πρέπει να ξεπερνά το 90%. Υψηλοί βλαστικότητα έχουν σπόροι υγιείς, απαλλαγμένοι ληθάργου και αποθηκευμένοι σε κατάλληλες συνθήκες υγρασίας και θερμοκρασίας.
Ακολουθήστε τη fb σελίδα του Αγροτών Ανάγνωσμα ΕΔΩ
Το σιτάρι σπέρνεται στην Ελλάδα σχεδόν αποκλειστικά κατά το φθινόπωρο-χειμώνα. Ο καθορισμός του καταλληλότερου χρόνου σποράς επηρεάζεται:
  • Από τις κλιματολογικές συνθήκες (βροχόπτωση - θερμοκρασίες) κατά το χειμώνα.
  • Από τον τύπο του εδάφους.
  • Από την ποικιλία που επιλέχθηκε.
Το σιτάρι σπέρνεται σήμερα σε γραμμές με σπαρτικές μικρών σιτηρών. Άριστο βάθος είναι τα 5cm.

Λίπανση
Οι απαιτήσεις του σιταριού σε μακροστοιχεία μπορεί να εκτιμηθούν από χημικές αναλύσεις των φυτών κατά την ανάπτυξή τους. 

Παρακάτω, φαίνεται η ολική περιεκτικότητα των φυτών σε διάφορα ανόργανα θρεπτικά συστατικά καθώς και η περιεκτικότητα μόνο των στάχεων. Από τα δεδομένα προκύπτει ότι σημαντικά ποσά ορισμένων στοιχείων (καλίου, ασβεστίου, μαγνησίου και θείου) παραμένουν στα βλαστητικά όργανα των φυτών και επομένως επιστρέφουν στο έδαφος μετά τη συγκομιδή. Αντίθετα, η μεγάλη μάζα του αζώτου και του φωσφόρου συσσωρεύεται στους καρπούς.

Άζωτο
Περιεκτικότητα ( kg/στρ ) ολική : 12,8
Περιεκτικότητα ( kg/στρ ) στάχεων : 9,7

Φώσφορος
Περιεκτικότητα ( kg/στρ ) ολική : 2,7
Περιεκτικότητα ( kg/στρ ) στάχεων : 2,3

Κάλιο
Περιεκτικότητα ( kg/στρ ) ολική : 20,7
Περιεκτικότητα ( kg/στρ ) στάχεων : 2,9

Ασβέστιο
Περιεκτικότητα ( kg/στρ ) ολική : 2,7
Περιεκτικότητα ( kg/στρ ) στάχεων : 0,3

Μαγνήσιο
Περιεκτικότητα ( kg/στρ ) ολική : 1,1
Περιεκτικότητα ( kg/στρ ) στάχεων : 0,6

Θείο
Περιεκτικότητα ( kg/στρ ) ολική : 1,9
Περιεκτικότητα ( kg/στρ ) στάχεων : 0,3

Νάτριο
Περιεκτικότητα ( kg/στρ ) ολική : 0,4
Περιεκτικότητα ( kg/στρ ) στάχεων : 0,1

Άζωτο
Η απορρόφηση του αζώτου  είναι συνεχής σχεδόν μέχρι την ωρίμανση. Μέχρι το ξεστάχυασμα, το άζωτο είναι συγκεντρωμένο κυρίως στα φύλλα, ενώ στους καρπούς αυξάνει συνεχώς μέχρι την ωρίμαση. Η πτώση που παρατηρείται στα φύλλα και τα στελέχη μετά την άνθηση υποδηλώνει και σημαντική διακίνηση από τα όργανα αυτά προς τους καρπούς. Η απορρόφηση γίνεται κυρίως υπό τη μορφή των νιτρικών. Ο ρυθμός απορρόφησης παρουσιάζει δύο κύριες αιχμές, μια κατά τα πρώτα στάδια ανάπτυξης και μια δεύτερη λίγο πριν την άνθηση. Οι αιχμές αυτές αντιπροσωπεύουν και τις κρίσιμες περιόδους απαιτήσεων για το άζωτο.
Η επάρκεια αζώτου έχει άμεσες επιπτώσεις στην παραγωγικότητα και την ποιότητα του προϊόντος. Ο ρυθμός φωτοσύνθεσης συσχετίζεται στενά με την περιεκτικότητα των φύλλων σε άζωτο, η οποία επηρεάζει τόσο την περιεκτικότητα σε χλωροφύλλες όσο και τη δραστηριότητα της καρβοξυλάσης της διφωσφοροριβουλόζης που παίζει αποφασιστικό ρόλο στη διεύθυνση του CO2. Παράλληλα υπάρχει στενή συσχέτιση ανάμεσα στην παραγόμενη βιομάζα και την περιεκτικότητα των φυτών σε άζωτο. Από τις συνιστώσες της τελικής απόδοσης, το άζωτο αυξάνει τον αριθμό στάχεων/επιφάνεια εδάφους και τον αριθμό καρπών/στάχυ, ενώ οι επιδράσεις τους στο μέσο βάρος των καρπών δεν είναι τόσο εντυπωσιακές. Οι επιδράσεις σε ποιοτικά χαρακτηριστικά αφορούν κυρίως στην περιεκτικότητα των καρπών σε πρωτεΐνες.
Το σιτάρι αντιδρά συνήθως θεαματικά στην προσθήκη αζώτου μέχρι το σημείο εκείνο, πέρα από το οποίο το άζωτο προκαλεί πλάγιασμα. Ο βαθμός αντίδρασης όμως εξαρτάται:
  • Από τη στάθμη των νιτρικών στο έδαφος, η οποία καθορίζεται από την καλλιεργητική προϊστορία του αγρού και τις συνθήκες του περιβάλλοντος (θερμοκρασία, βροχοπτώσεις) που επηρέασαν τους ρυθμούς νιτροποίησης και έκπλυσης.
  • Από την εδαφική υγρασία κατά τη σπορά, η οποία αποτελεί δείκτη της αποτελεσματικότητας της λίπανσης ιδιαίτερα στις ημίξερες περιοχές.
  • Από το ύψος και την κατανομή των βροχοπτώσεων κατά την καλλιεργητική περίοδο. Υψηλή υγρασία κατά τη σπορά ανεξαρτητοποιεί κάπως την καλλιέργεια από τις απαιτήσεις σε υγρασία κατά την καλλιεργητική περίοδο. Αντίθετα, όταν δεν υπάρχουν αρχικά αποθέματα υγρασίας το ελάχιστο ύψος βροχής για αποτελεσματική αζωτούχο λίπανση είναι τα 300m.
Στις περισσότερες περιπτώσεις η εφαρμογή του αζωτούχου λιπάσματος γίνεται σε δύο δόσεις, μία πριν ή κατά τη σπορά μαζί με τα φωσφοροκαλιούχα και μαι επιφανειακή λίπανση στις αρχές της άνοιξης. Έτσι εξασφαλίζεται η επάρκεια του στοιχείου στην πρώτη ανάπτυξη και λίγο πριν το ξεστάχυασμα, δηλ. στις κρίσιμες περιόδους. Η εφαρμογή όλου του λιπάσματος κατά τη σπορά έχει πολλά μειονεκτήματα γιατί επάγει πρόωρη ανάπτυξη των φυτών με συνέπειες αυξημένους κινδύνους πλαγιάσματος, πρόωρη εξάντληση της εδαφικής υγρασίας και δημιουργία θνησιγενών αδελφιών λόγω σκίασης. Το ποσοστό του λιπάσματος που θα δοθεί κατά τη σπορά μπορεί να είναι το 1/2 μέχρι το 1/3 του συνολικού. Σε περιοχές που χαρακτηρίζονται από χειμώνες ήπιους με αρκετή βροχόπτωση συνιστάται να μειώνονται τα ποσοστά που εφαρμόζονται κατά τη σπορά. Για αποφυγή απωλειών χρησιμοποιούνται αμμωνιακά λιπάσματα κατά τη σπορά και νιτρικά κατά την επιφανειακή λίπανση.

Οι συνιστώμενες δόσεις ποικίλλουν ανάλογα με τη διαθέσιμη υγρασία, τη γονιμότητα του εδάφους και την καλλιέργεια που προηγήθηκε. Γενικά, οι συνιστώμενες δόσεις είναι αυξημένες σε υγρές περιοχές και εδάφη χαμηλής γονιμότητας, ενώ μειώνονται όταν προηγείται σανοδοτικό ψυχανθές ή χλωρή λίπανση. Επίσης, οι δόσεις είναι χαμηλότερες όταν καλλιεργούνται ποικιλίες με τάση για πλάγιασμα. Σε γενικές γραμμές οι συνιστώμενες δόσεις αζωτούχου λίπανσης για το σιτάρι είναι οι εξής:
  • για ετήσιο ύψος βροχής <250mm: 2.5-4.5kg N/στρ.
  • για ετήσιο ύψος βροχής 250-325mm: 2.5-4.6.6kg N/στρ.
  • για ετήσιο ύψος βροχής >325mm: 3.3-8.8kg N/στρ.
  • για αρδευόμενες καλλιέργειες: 6.5-15kg N/στρ.
Τα κατώτατα όρια αντιστοιχούν στις ξηρότερες περιοχές κάθε κατηγορίας.

Συμπτώματα έλλειψης αζώτου
Τα μακροσκοπικά συμπτώματα έλλειψης αζώτου είναι παρόμοια για όλα τα σιτηρά των εύκρατων χωρών. Τα νεαρά φυτά παρουσιάζουν νανισμό και η φυτεία ανοικτό πράσινο-κιτρινοπράσινο χρωματισμό. Τα γηραιότερα φύλλα παρουσιάζουν χλώρωση του ελάσματος που ξεκινά από την κορυφή και βαθμιαία προχωρά προς τη βάση. Ακολουθεί νέκρωση του ελάσματος.
Το σιτάρι σπέρνεται σήμερα σε γραμμές με σπαρτικές μικρών σιτηρών. Άριστο βάθος είναι τα 5cm.

Φώσφορος
Τόσο η πορεία απορρόφησης, όσο και ο ρυθμός απορρόφησης του φωσφόρου στα διάφορα στάδια ανάπτυξης είναι παρόμοια με τα αντίστοιχα του αζώτου. Οι καρποί κατά το γέμισμα απορροφούν σημαντικά ποσά φωσφόρου το μεγαλύτερο μέρος του οποίου προέρχεται από διαλυτοποίηση και μεταφορά του στοιχείου από τα στελέχη και τα φύλλα. Πάντως, οι απαιτήσεις του σιταριού σε φωσφόρο είναι σημαντικά μικρότερες από εκείνες σε άζωτο και κάλιο.
Επάρκεια φωσφόρου στο σιτάρι επιταχύνει την ανάπτυξη και πρωιμίζει την καλλιέργεια. Επάρκεια φωσφόρου συσχετίζεται αλλά όχι πολύ στενά, με μεγαλύτερο τελικό βάρος καρπών. Τέλος, πρέπει να σημειωθεί ότι επάρκεια φωσφόρου αυξάνει την αντοχή του σιταριού στις χαμηλές θερμοκρασίες, σε αντίθεση με την επάρκεια αζώτου που τη μειώνει.
Η αντίδραση του σιταριού στην προσθήκη φωσφορικής λίπανσης είναι συνάρτηση του αφομοιώσιμου εδαφικού φωσφόρου, της εδαφικής υγρασίας αλλά και της επάρκειας αζώτου στο έδαφος. Σε εδάφη με μακρά προϊστορία φωσφορικής λίπανσης είναι δυνατό η πρόσθετη χορήγηση φωσφόρου να προκαλέσει μη σημαντική αύξηση στις αποδόσεις. Η εδαφική υγρασία επηρεάζει την αποτελεσματικότητα της λίπανσης, ακριβώς όπως και για τα αζωτούχα λιπάσματα. Τέλος, υπάρχει σημαντική αλληλεπίδραση μεταξύ των φωσφορικών και αζωτούχων λιπασμάτων. Η απορρόφηση των φωσφορικών από το σιτάρι είναι άριστη σε θερμοκρασίες 18-27%. Σε αγρούς με μακρά προϊστορία φωσφορικών λιπάνσεων συνιστάται κάθε χρόνο η αναπλήρωση του φωσφόρου που απομακρύνεται με την καλλιέργεια.

Συμπτώματα έλλειψης φωσφόρου
Τα μακροσκοπικά συμπτώματα έλλειψης φωσφόρου δεν είναι σαφή. Τα νεαρά φυτά χαρακτηρίζονται από νανισμό, ενώ πολλές φορές λαμβάνουν μια σκοτεινή πράσινη ή ακόμα και ρόδινη απόχρωση. Πάντως, η χλώρωση μοιάζει αρκετά με εκείνη που παρατηρείται σε έλλειψη αζώτου και γι' αυτό συνιστάται να γίνεται χημική ανάλυση των φυτών για ασφαλή συμπεράσματα.

Κάλιο
Παρουσιάζει σημαντικές διαφορές από το άζωτο και το φωσφόρο τόσο στην πορεία συσσώρευσης όσο και στην πορεία ρυθμού απορρόφησης. Έτσι η μέγιστη περιεκτικότητα των φυτών παρατηρείται γύρω στην άνθηση και ακολουθεί αμέσως μια σημαντική πτώση, ενώ παρουσιάζονται δύο αιχμές απαιτήσεων, μία πολύ νωρίς και μία, σημαντικά μικρότερη, κοντά στο ξεστάχυασμα. Κατά το γέμισμα παρατηρούνται και αρνητικές τιμές απορρόφησης που φανερώνουν απώλειες του στοιχείου από τα φυτά. Μικρά μόνο ποσοστά του καλίου βρίσκονται στους στάχεις και τους καρπούς, ενώ η κύρια μάζα του βρίσκεται στα βλαστητικά όργανα, κυρίως στα στελέχη.
Το κάλι παίζει σημαντικό ρόλο στη σύνθεση ζαχάρων και αμύλου, στη διακίνηση των υδατανθράκων, στην αναγωγή των νιτρικών σε μεριστωματικούς ιστούς, κ.λπ. Επομένως, επάρκεια του στοιχείου εξασφαλίζει ευρωστία στα φυτά. Ειδικά για το σιτάρι, επάρκεια καλίου βελτιώνει τη χρησιμοποίηση του νερού για παραγωγή ξηρής ουσίας, ευνοεί το καλό γέμισμα των καρπών, αυξάνει την αποτελεσματικότητα της φωτοσύνθεσης, την αντοχή των φυτών σε ορισμένες ασθένειες και την αντοχή στο πλάγιασμα επειδή δημιουργεί ανθεκτικότερο στέλεχος και αυξάνει τις ρίζες του λαιμού. Επίσης θεωρείται ότι αυξάνει την αντοχή στις χαμηλές θερμοκρασίες, όπως ο φωσφόρος.
Πρέπει να χορηγείται πριν ή κατά τη σπορά, σε δόσεις που εξαρτώνται από τα επίπεδα των αφομοιώσιμων μορφών του στο έδαφος. Σε εδάφη με επάρκεια καλίου συνιστώνται δόσεις συντήρησης 3-5kg K2O/στρ., ενώ σε πτωχά εδάφη οι δόσεις μπορεί να φτάσουν τα 20-25kg K2O/στρ. Τα φυτά θα αντιδράσουν με την προϋπόθεση ότι η εδαφική υγρασία είναι επαρκής.

Συμπτώματα έλλειψης καλίου
Τα παλαιότερα φύλλα παρουσιάζουν περιφερειακή νέκρωση του ελάσματος, η οποία επεκτείνεται βαθμιαία σε ολόκληρο το έλασμα ξεκινώντας από την κορυφή. Τα στελέχη είναι αδύνατα και τα φυτά παρουσιάζουν αυξημένη τάση για πλάγιασμα. Τέλος, παρατηρείται και υψηλό ποσοστό συρρικνωμένων ("λισβών") καρπών.

Άλλα θρεπτικά στοιχεία
Οι απαιτήσεις στα άλλα μακροστοιχεία είναι γενικά μικρότερες από εκείνες για N, P και K. Στα ελληνικά εδάφη δεν υπάρχουν συνήθως προβλήματα από έλλειψη ασβεστίου, ενώ σημαντικά ποσά θείου προστίθενται με τα αμμωνιακά και φωσφορικά λιπάσματα.
Το σιτάρι καλλιεργείται κυρίως ως ξηρικό, αν και αντιδρά θεαματικά στην άρδευση.

Άρδευση
Το σιτάρι καλλιεργείται κυρίως ως ξηρικό, αν και αντιδρά θεαματικά στην άρδευση. Σε περιοχές με υψηλές βροχοπτώσεις δεν υπάρχει ανάγκη για άρδευση παρά μόνο κατά τις ξηρές χρονιές. Αντίθετα, σε περιοχές με χαμηλά ύψη βροχής, συμπληρωματικές αρδεύσεις διασφαλίζουν αποδόσεις στις καλλιέργειες σε ικανοποιητικά επίπεδα.
Γίνετε μέλος της fb ομάδας του Αγροτών Ανάγνωσμα ΕΔΩ
Από μελέτη που έχει γίνει της πορείας της ημερήσιας υδατοκατανάλωσης φαίνεται ότι αυτή είναι ελάχιστη από το φύτρωμα μέχρι το τέλος του αδελφώματος. Υπερεπάρκεια νερού σε αυτή την περίοδο έχει ανεπιθύμητες επιδράσεις. Πάντως στην περίοδο αυτή συνήθως δεν υπάρχει πρόβλημα έλλειψης νερού. Οι απαιτήσεις αυξάνουν γρήγορα κατά το χρόνο που παρατηρείται ο μέγιστος ρυθμός βλαστητικής ανάπτυξης και η αιχμή τοποθετείται γύρω στην άνθηση.

Ζιζανιοκτονία σιταριού
Συνήθως το σιτάρι ανταγωνίζεται επιτυχώς τα περισσότερα ζιζάνια σε περιοχές με ψυχρούς και σχετικά ξηρούς χειμώνες γιατί φυτρώνει και εγκαθίσταται όταν τα περισσότερα ζιζάνια είναι αδρανή. Την άνοιξη, όταν οι συνθήκες είναι ευνοϊκές η καλλιέργεια αναπτύσσεται ταχύτατα και ανταπεξέρχεται με επιτυχία στον ανταγωνισμό. Τα θερινά ζιζάνια δεν αποτελούν πρόβλημα. Προβλήματα συνήθως ανακύπτουν όταν το φύτρωμα είναι ανομοιόμορφο.

Συγκομιδή σιταριού
Η επιλογή της καταλληλότερης μεθόδου μηχανικής συγκομιδής σιταριού μεταξύ του θεραλωνισμού και του αλωνισμού μετά από θερισμό και ξήρανση κατά λωρίδες στον αγρό, εξαρτάται από αρκετούς παράγοντες. Γενικά ο θερισμός και αλωνισμός μετά από ξήρανση κατά λωρίδες στον αγρό μειώνει συγκριτικά με το θεραλωνισμό τις απώλειες συγκομιδής σε ποικιλίες που "τινάζουν" τους καρπούς και η διαφορά με το θεραλωνισμό είναι μεγαλύτερη όσο υψηλότερο είναι το ποσοστό υγρασίας των καρπών κατά το θερισμό. Αντίθετα σε ποικιλίες που δεν "τινάζουν" δεν παρατηρούνται αυξημένες απώλειες με το θεραλωνισμό με τον οποίο συνήθως αποφεύγεται η τεχνητή ξήρανση των καρπών. Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι τυχόν βροχοπτώσεις κατά τη συγκομιδή αυξάνουν περισσότερο τις απώλειες στα ήδη θερισμένα φυτά, ενώ οι χαμηλόσωμες ποικιλίες συνήθως δεν διευκολύνουν το σχηματισμό λωρίδων στον αγρό επειδή έχουν υψηλά στελέχη.

Βιβλιογραφία
"Τα σιτηρά των εύκρατων κλιμάτων"
Ανδρέας Ι. Καραμάνος
Καθηγητής της Γεωργίας στην Ανωτάτη Γεωπονική Σχολή Αθηνών