Εξόφληση αγροτών εντός 30 ημερών από τις επιχειρήσεις χωρίς εξαιρέσεις

Εξόφληση αγροτών εντός 30 ημερών από τις επιχειρήσεις χωρίς εξαιρέσεις

Νέα συναλλακτικά ήθη στην εφοδιαστική αλυσίδα, με άμεσα ωφελούμενους και τους αγρότες, φιλοδοξεί να εισάγει η Κομισιόν μέσω ενός νέου Κανονισμού που κατεβάζει το χρόνο εξόφλησης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων από τους πελάτες τους στις 30 ημέρες, δίχως … «αστερίσκους», «παράθυρα» κι εξαιρέσεις.

Το όριο αυτό θα ισχύει ακόμα και για τα μη ευπαθή-μη ευαλλοίωτα αγροτικά προϊόντα ενώ σε περίπτωση υπέρβασής του ο οφειλέτης θα επιβαρύνεται με τόκο ίσο με το επιτόκιο της ΕΚΤ προσαυξημένο κατά 8% αλλά και με ένα πέναλτι της τάξης των 50 ευρώ. Ο νέος Κανονισμός αφορά και τις συναλλαγές που αφορούν τρόφιμα και αγροτικά προϊόντα κι έρχεται να αντικαταστήσει την γνωστή οδηγία 2011/7 για τις καθυστερημένες πληρωμές η αποτελεσματικότητα της οποίας, όπως παραδέχεται και η ίδια η Κομισιόν, αποδείχτηκε κατώτερη του αναμενομένου.

Με «τιτίβισμά» του στο Twitter, ο Επίτροπος Γεωργίας, Γιάνους Βοϊτσεχόφσκι, έκανε λόγο για «εξαιρετικά νέα» τονίζοντας ότι με το προωθούμενο πλαίσιο όλοι οι αγρότες θα λαμβάνουν τις πληρωμές τους εντός ανώτατου ορίου 30 ημερών, μαζί με τον προβλεπόμενο τόκο υπερημερίας (επιτόκιο αναφοράς ΕΚΤ+ 8%) και την κατ’ αποκοπή αποζημίωση των 50 ευρώ.

Το πρόβλημα και οι διαστάσεις του

Όπως αναφέρει η Επιτροπή, 1 στα 2 τιμολόγια σήμερα στην ΕΕ εξοφλούνται με καθυστέρηση (ή και καθόλου) και το πρόβλημα επιτείνεται σε περιόδους οικονομικών κρίσεων, με τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις οι οποίες εξαρτώνται από ένα τακτικό και προβλέψιμο χρονοδιάγραμμα ταμειακών ροών να είναι αυτές που υφίστανται την μεγαλύτερη ζημιά. Η πρακτική αυτή λειτουργεί σαν ντόμινο δημιουργώντας έναν φαύλο κύκλο περισσότερων καθυστερημένων πληρωμών.

Ο κύκλος αυτός εν τέλει μειώνει την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων, αυξάνει το κόστος χρηματοδότησής τους και τις αποτρέπει από το να αξιοποιήσουν επιχειρηματικές ευκαιρίες αλλά και να πραγματοποιήσουν αναγκαίες επενδύσεις όπως, για παράδειγμα, αυτές που αφορούν στην ψηφιακή ή/και στην «πράσινη» μετάβαση. Παράλληλα, οι καθυστερήσεις πληρωμών αυξάνουν τον κίνδυνο χρεοκοπίας ενώ, όπως είναι εύλογο, υπονομεύουν την εμπιστοσύνη μεταξύ των συναλλασσόμενων στην εφοδιαστική αλυσίδα. Σύμφωνα με την Κομισιόν, μία στις τέσσερις πτωχεύσεις οφείλεται στη μη έγκαιρη εξόφληση των τιμολογίων. Εξάλλου, μία από τις βασικές αιτίες των καθυστερήσεων πληρωμών είναι οι ασυμμετρίες στη διαπραγματευτική ισχύ μεταξύ ενός μεγάλου ή πιο ισχυρού πελάτη (οφειλέτη) και ενός μικρότερου προμηθευτή (πιστωτή). Ως αποτέλεσμα, συχνά ο προμηθευτής υποχρεώνεται να αποδεχτεί καταχρηστικές προθεσμίες και όρους πληρωμής.

Γιατί το υφιστάμενο πλαίσιο είναι ανεπαρκές

Η υφιστάμενη ισχύουσα οδηγία προβλέπει προθεσμία πληρωμής 30 ημερών για συναλλαγές μεταξύ επιχειρήσεων (B2B) η οποία ωστόσο μπορεί να παραταθεί σε 60 ή περισσότερες ημέρες «εφόσον η παράταση αυτή δεν είναι κατάφωρα καταχρηστική για τον πιστωτή». Στην πράξη, η απουσία πραγματικής μέγιστης προθεσμίας πληρωμής και η ασάφεια του όρου «κατάφωρα καταχρηστική» που χρησιμοποιείται στην οδηγία έχουν οδηγήσει σε μια κατάσταση στην οποία επιβάλλονται συχνά προθεσμίες πληρωμής 120 ημερών και μεγαλύτερες στους μικρότερους πιστωτές.

Η νέα πρόταση κανονισμού εξορθολογίζει πλέον τις ισχύουσες διατάξεις και εισάγει ενιαία μέγιστη προθεσμία πληρωμής 30 ημερών για όλες τις εμπορικές συναλλαγές, συμπεριλαμβανομένων των συναλλαγών μεταξύ επιχειρήσεων (B2B) και των συναλλαγών μεταξύ δημόσιων αρχών και επιχειρήσεων. Η προθεσμία αυτή θα είναι η ίδια σε ολόκληρη την ΕΕ. Η συμβατική ελευθερία διατηρείται, δεδομένου ότι τα μέρη μπορούν να διαπραγματεύονται οποιαδήποτε προθεσμία πληρωμής εφόσον δεν υπερβαίνει τις 30 ημέρες. Η πρόταση δεν επηρεάζει τις συντομότερες προθεσμίες πληρωμής που προβλέπονται στην εθνική νομοθεσία, ώστε να διασφαλίζεται η ασφάλεια δικαίου.

Ωστόσο, επιτρέπει παρέκκλιση από την ισχύουσα οδηγία για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές στον αγροδιατροφικό τομέα όσον αφορά την προμήθεια μη αλλοιώσιμων προϊόντων. Σήμερα η προθεσμία πληρωμής για τα εν λόγω προϊόντα ορίζεται σε 60 ημέρες κατ’ ανώτατο όριο. Η πρόταση μειώνει το όριο αυτό στις 30 ημέρες. Επίσης, καταργεί επίσης την ισχύουσα παράταση των προθεσμιών πληρωμής σε 60 ημέρες για τους δημόσιους φορείς που παρέχουν υγειονομική περίθαλψη και για τις δημόσιες αρχές που ασκούν οικονομικές δραστηριότητες βιομηχανικού ή εμπορικού χαρακτήρα ως δημόσια επιχείρηση. Σε αντίθεση με την ισχύουσα οδηγία για τις καθυστερήσεις πληρωμών, η πρόταση καταργεί επίσης τη διφορούμενη έννοια των «κατάφωρα καταχρηστικών» συμβατικών διατάξεων, αντικαθιστώντας την με έναν κατάλογο σαφώς προσδιορισμένων καταχρηστικών ρητρών και πρακτικών πληρωμής.

Ο νέος κανονισμός προτείνει επίσης, για πρώτη φορά, ένα όριο για τις διαδικασίες επαλήθευσης για την εξακρίβωση της συμμόρφωσης των αγαθών και των υπηρεσιών. Αυτές οι διαδικασίες επιτρέπονται μόνον εφόσον είναι αναγκαίες λόγω της ιδιαίτερης φύσης της σύμβασης και δεν υπερβαίνουν τις 30 ημέρες.

Κανονισμός αντί για οδηγία

Το νέο πλαίσιο είναι σαφώς πιο δεσμευτικό για τα κράτη-μέλη καθώς ο κανονισμός, όπως αναφέρει η Κομισιόν σε αντίθεση με την οδηγία, έχει άμεση εφαρμογή και θεσπίζει τις ίδιες διατάξεις σε όλη την ΕΕ, ωφελώντας έτσι ιδίως τις επιχειρήσεις που βασίζονται στο διασυνοριακό εμπόριο στην ΕΕ. Ωστόσο, παρέχει κάποια ευελιξία, όσον αφορά, για παράδειγμα, τη σύσταση φορέων επιβολής, τους μηχανισμούς εναλλακτικής επίλυσης διαφορών (ΕΕΔ), την παροχή κατάρτισης σε θέματα διαχείρισης των πιστώσεων και χρηματοοικονομικών γνώσεων.

Επιπλέον, εισάγει αυστηρότερα και πιο εξορθολογισμένα μέτρα για την πρόληψη πρακτικών καθυστέρησης πληρωμών με τη μορφή μέγιστων προθεσμιών πληρωμής· διασφαλίζει ότι η καταβολή τόκων υπερημερίας και τελών αποζημίωσης καθίσταται αυτόματη· επίσης, θεσπίζει μέτρα επιβολής και είσπραξης για την προστασία των πιστωτών από κακοπληρωτές.

Οι νέοι όροι πληρωμών

Ο νέος κανονισμός αποσκοπεί στην καλύτερη προστασία των πιστωτών από τους οφειλέτες τους. Ως εκ τούτου, οι νέοι κανόνες προτείνουν την αυτόματη και υποχρεωτική καταβολή τόκων μέχρι την εξόφληση της οφειλής. Σε αντίθεση με την ισχύουσα οδηγία, σύμφωνα με τη νέα πρόταση, ο πιστωτής δεν μπορεί να παραιτηθεί από το δικαίωμά του να απαιτήσει τόκο υπερημερίας. Κάθε αντίθετη συμβατική διάταξη ή πρακτική θα ήταν αθέμιτη και, ως εκ τούτου, άκυρη.

Επομένως, ο πιστωτής απαλλάσσεται από το βάρος της απαίτησης καταβολής τόκων, καταβολή η οποία καθίσταται αυτομάτως υποχρεωτική για τον οφειλέτη όταν πληρώνει με καθυστέρηση. Το επιτόκιο υπερημερίας είναι κατά + 8 % υψηλότερο από τα επιτόκια αναφοράς της ΕΚΤ. Στα κράτη μέλη που δεν έχουν ως νόμισμα το ευρώ το επιτόκιο αναφοράς καθορίζεται από την εθνική κεντρική τράπεζα. Επιπλέον, οι νέοι κανόνες αυξάνουν την κατ’ αποκοπή αποζημίωση από 40 ευρώ (ή ισοδύναμο ποσό) σε 50 ευρώ (ή ισοδύναμο ποσό) ανά εμπορική συναλλαγή που καταβάλλεται καθυστερημένα.

Σύντομα σε εφαρμογή

Μόλις εγκριθούν από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο οι νέοι κανόνες θα τεθούν σε εφαρμογή ένα έτος μετά την έναρξη ισχύος του κανονισμού, γεγονός που, σύμφωνα με την Κομισιόν, δίνει ένα περιθώριο στους εμπλεκόμενους φορείς (π.χ. δημόσιες αρχές, επιχειρήσεις) να λάβουν τα αναγκαία μέτρα για τη συμμόρφωσή τους. Επισημαίνεται, επίσης, ότι οι εμπορικές συναλλαγές που πραγματοποιούνται μετά την ημερομηνία εφαρμογής του κανονισμού υπόκεινται στις διατάξεις του κανονισμού, ακόμη και όταν η υποκείμενη σύμβαση έχει συναφθεί πριν από την ημερομηνία αυτή.

Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι η Επιτροπή υποχρεούνται να υποβάλει έκθεση σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού εντός τεσσάρων ετών από την έναρξη ισχύος του. Η έκθεση αυτή θα συμπληρώνει τις ετήσιες εκθέσεις ιδίας πρωτοβουλίας και τα δεδομένα που συλλέγονται από ορισμένα κράτη μέλη σχετικά με τις επιδόσεις των δημόσιων αρχών τους όσον αφορά τις πληρωμές.

(Γιάννης Τσατσάκης - ypaithros.gr)